Ένα από τα σημαντικά ερωτήματα κατά την ανατροφή ενός παιδιού αλλά και ακόμα νωρίτερα στη ζωή ενός ατόμου συνοψίζεται στη φράση «τι είναι γονέας;». «Γονέας, γίνεσαι», υποστηρίζουν στο βιβλίο τους «Γονείς και Παιδιά» οι Jorge και Demian Bucay (2017). Παραφράζοντας μια παράγραφο από το βιβλίο αυτό, η γονεϊκότητα δεν προϋποθέτει να έχει κανείς βιολογική σχέση με το παιδί, αλλά να σκέφτεται, να φέρεται και να νοιώθει γονέας προς αυτό το παιδί. Η γονεϊκότητα αποτελεί σημαντική αλλαγή και μετάβαση στη ζωή του ατόμου και της οικογένειας, απαιτεί αλλαγή ρόλων και προτεραιοτήτων για την ανάληψη του ρόλου του γονέα (Goldberg, 2013). Η ετεροκανονική πεποίθηση αναφορικά με τη φροντίδα και ανατροφή των παιδιών, ωστόσο, αποτελεί σημαντικό παράγοντα προς διερεύνηση και αλλαγή, καθώς συντηρεί στρεβλές πεποιθήσεις σχετικά με την «καταλληλότητα» των ανθρώπων που ανήκουν στην ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα να γίνουν ανάδοχοι ή/και θετοί γονείς (Hicks, 2005), διαπίστωση που δυσχεραίνει τη δυνατότητα να διεκδικήσουν και να απολαύσουν ισότιμα αυτό το ρόλο. Στο παρόν άρθρο επιχειρείται να προσεγγιστεί το ζήτημα της αναδοχής παιδιών από ομόφυλα ζευγάρια, με εστίαση στους μύθους που διακινούνται κοινωνικά, σε ερευνητικά τεκμήρια που αναδεικνύουν ότι ο σεξουαλικός προσανατολισμός των δυνητικών αναδόχων γονέων δεν επηρεάζει τη φροντίδα και την ανατροφή των παιδιών, αλλά και στις τρέχουσες νομικές εξελίξεις.

Η διάχυτη ομοφοβική στάση που εξακολουθεί να υπάρχει περισσότερο ή λιγότερο σε όλο τον πλανήτη (Albuquerque, et al., 2016), αποτελεί μια πραγματικότητα και οι συνέπειες βιώνονται από τα ομόφυλα ζευγάρια, υπό τη μορφή διακρίσεων, σωματικής και ψυχικής βίας, ακόμα και μέσα από τη μη αναγνώριση της δυνατότητας γάμου. Αποτέλεσμα όλων των παραπάνω είναι η έλλειψη βασικών δικαιωμάτων σε αυτά τα ζευγάρια, όπως το δικαίωμα αναδοχής / υιοθεσίας, η αναγνώριση γονικών δικαιωμάτων και στους δύο γονείς, η ύπαρξη οικονομικών, κληρονομικών και ασφαλιστικών οφελών (Hicks, 2005; Webb & Chonody, 2014). Ταυτόχρονα, διακινούνται μύθοι αναφορικά με την καταλληλότητα ή μη των ομόφυλων ζευγαριών να γίνουν -ανάδοχοι- γονείς, η βάση των οποίων είναι αφενός οι διακρίσεις που συντηρούνται, αφετέρου η άγνοια αναφορικά με την εξήγηση και κατανόηση των όρων περί ταυτότητας φύλου και σεξουαλικού προσανατολισμού (Webb & Chonody, 2014). Η Ελλάδα, μάλιστα, συγκαταλέγεται στις πιο ομοφοβικές χώρες και μάλιστα ο στιγματισμός αυτών των ατόμων το 2008 άγγιζε το 73% όταν στην υπόλοιπη Ευρώπη βρίσκεται στο 51% (Pavlou, 2009; Montero, 2014). Είναι, επομένως, «αναμενόμενο» η απόκτηση ή η αναδοχή παιδιών από ομόφυλες οικογένειες να αποτελεί θέμα που εγείρει αντιστάσεις, κυρίως ως προς τις επιπτώσεις στο παιδί, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται διάφοροι μύθοι. Ορισμένα επιχειρήματα αφορούν το γεγονός ότι δε θεωρούνται σταθερές οι σχέσεις των ομόφυλων ζευγαριών σε σύγκριση με ετερόφυλα ζευγάρια, δεν προσφέρουν πρότυπα ρόλων και για τα δύο φύλα, επηρεάζουν και απειλούν τη σεξουαλική ταυτότητα και υγεία των παιδιών και θέτουν σε κίνδυνο τα δικαιώματα των παιδιών τους (Donovan, et al., 2001).

Παρά την ύπαρξη αυτών των επιχειρημάτων, τα ετερόφυλα και ομόφυλα ζευγάρια μπορούν να επιτελέσουν εξίσου ικανοποιητικά και το γονεϊκό τους ρόλο, γεγονός που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι, η άποψη περί της επιρροής του σεξουαλικού προσανατολισμού των ατόμων και των ζευγαριών, δεν ευσταθεί. Αναφορικά, μάλιστα με το ζήτημα της αναδοχής και της υιοθεσίας από ομόφυλα ζευγάρια, υπήρξε κοινή γραπτή παρέμβαση 55 ακαδημαϊκών ψυχολόγων, οι οποίοι, μεταξύ άλλων, ανέφεραν ότι τα παιδιά ετερόφυλων και ομόφυλων γονέων αναπτύσσονται εξίσου καλά, σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα ερευνητικά και ακαδημαϊκά δεδομένα (βλ. Παράρτημα 1). Επιπλέον, φαίνεται πως η ποιότητα των σχέσεων στα ομόφυλα ζευγάρια είναι εξίσου καλή με των ετερόφυλων. Ειδικότερα, η σχέση μπορεί να είναι τόσο σταθερή, ευέλικτη και ισότιμη όσο και των ετερόφυλων ζευγαριών (Pachankis & Goldfried, 2013). Ταυτόχρονα, ένα θετικό στοιχείο, το οποίο παρατηρήθηκε από μελέτες των Κωστοπούλου (2016) και Γεωργακόπουλου (2016) είναι πως παρατηρείται μια μεταβολή στις στάσεις των Ελλήνων απέναντι στην υιοθεσία από ομόφυλα ζευγάρια. Πιο ειδικά, οι νεαροί ενήλικες είναι πιο διαλλακτικοί έναντι των γηραιότερων με ποσοστό αρνητικής στάσης 59%-79% για άτομα 28-39 ετών και αντίστοιχα 80%-89% για άτομα άνω των 55 ετών (Γεωργακόπουλος, 2016; Κωστοπούλου, 2016). Παρόμοια τάση αναφέρεται και σε μεταγενέστερη μελέτη στάσεων απέναντι στα ομοφυλόφιλα άτομα, καθώς οι άνδρες φαίνεται να έχουν λιγότερο μετριοπαθείς στάσεις σε σύγκριση με τις γυναίκες, με ποσοστά ρατσιστικής διάθεσης, περίπου 60%, από τους άνδρες ηλικίας 25 – 40 ετών και περίπου 30% για γυναίκες ηλικίας 35 – 50 ετών (Κατρά & Κόκκινου, 2017). Παρότι η διαφορά είναι μεγάλη, το ποσοστό αρνητικής στάσης ακόμα και στα νεότερα άτομα παραμένει πλειοψηφικό, συνεπώς χρειάζεται ακόμα αρκετός δρόμος, προκειμένου να επιτευχθεί η αλλαγή στην κοινωνική σκέψη των υποκειμένων.

Σε πολιτικό και νομικό επίπεδο, το 2015 νομιμοποιήθηκε το σύμφωνο συμβίωσης και για ζευγάρια του ίδιου φύλου, δίνοντας τη δυνατότητα σε νοικοκυριά ομόφυλων ζευγαριών να έχουν νομική προστασία σχεδόν ισάξια με παντρεμένα ετερόφυλα ζευγάρια (Ν. 4356/2015, 2015). Εξαίρεση αποτελούσε η δυνατότητα απόκτησης παιδιών ως ζευγάρι, η οποία και άλλαξε τον Μάιο του 2018, με νέο νόμο. Ειδικότερα, στο άρθρο 8 του νόμου αναφέρεται πως «κατάλληλοι για να γίνουν ανάδοχοι σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις είναι οικογένειες που αποτελούνται από συζύγους ή έχοντας συνάψει σύμφωνο συμβίωσης, με ή χωρίς παιδιά, ή μεμονωμένα άτομα, άγαμα, ή διαζευγμένα, ή σε χηρεία με ή χωρίς παιδιά…» (Ν. 4538/2018, 2018). Για την υιοθεσία δεν υπάρχει αντίστοιχη πρόβλεψη ακόμα, ωστόσο, είναι σημαντική μια αντίστοιχη παρέμβαση και στην περίπτωση υιοθεσιών παιδιών από ομόφυλα ζευγάρια, γεγονός που θα δώσει τη δυνατότητα σε όλους τους πολίτες να είναι και να αισθάνονται ισότιμοι κοινωνικά αλλά και να δημιουργούν τις δικές τους οικογένειες.

Καταληκτικά, η αναδοχή παιδιού αποτελεί μια πολύ σημαντική μορφή απόκτησης γονεϊκής ιδιότητας, ενώ το σημαντικό στοιχείο για την αναδοχή είναι κάθε ζευγάρι να μπορεί να καλύψει τις πρακτικές, κοινωνικές, συναισθηματικές και αναπτυξιακές ανάγκες ενός παιδιού. Η πεποίθηση της ετεροκανονικής οικογένειας και η αναπαράσταση κάθε ατόμου που ανήκει στη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα ως «άλλου», «διαφορετικού» ή, χειρότερα, «μη φυσιολογικού», στερεί τη δυνατότητα να απολαύσουν ισότιμα με κάθε πολίτη των δικαιωμάτων που θεσμοθετεί η Πολιτεία. Για αυτό το λόγο, χρειάζεται διαρκής εγρήγορση και ενεργοποίηση, προκειμένου η αναδοχή ή μη κάποιου παιδιού να αφορά ρεαλιστικούς λόγους, ίδιους με τις περιπτώσεις ετερόφυλων ζευγαριών, και όχι αιτιάσεις που άπτονται ηθικών και κοινωνικών καθηλώσεων.

Βιβλιογραφία

 

Alencar Albuquerque, G., de Lima Garcia, C., da Silva Quirino, G. et al. (2016). Access to health services by lesbian, gay, bisexual, and transgender persons: systematic literature review. BMC Int Health Hum Rights 16, 2. doi: https://doi.org/10.1186/s12914-015-0072-9.

Bucay, J. & Bucay, D. (2017). Γονείς και παιδιά: Εργαλειοθήκη για τη συντήρηση μιας δύσκολης σχέσης. Αθήνα: Opera.

Γεωργακόπουλος, Θ. (2016). Τι Πιστεύουν οι Έλληνες: Μια Έρευνα. [Ηλεκτρονικό] Available at: http://www.dianoesis.org/2016/02/what_greeks_believe_post/.

Donovan, C., Heaphy, B. & Weeks, J. (2001). Same sex intimacies. London: Routledge. doi: https://doi.org/10.4324/9780203167168.

Goldberg, A. E., Moyer, A. M., Weber, E. R., & Shapiro, J. (2013). What Changed When the Gay Adoption Ban was Lifted?: Perspectives of Lesbian and Gay Parents in Florida. Sexuality Research and Social Policy, 10(2), 110–124. doi:10.1007/s13178-013-0120-y.

Hicks, S. (2005). Is Gay Parenting Bad for Kids? Responding to the “Very Idea of Difference” in Research on Lesbian and Gay Parents. Sexualities, 8(2), 153–168. doi:10.1177/1363460705050852.

Κατρά, Μ. & Κόκκινου, Θ. (2017). Διαταραχή ταυτότητας φύλου και κοινωνική αντιμετώπιση. [Thesis, Tei of Crete]. Apothesis, HMU Institutional Repository.

Κωστοπούλου, Μ. (2016). Υπέρ του Συμφώνου Συμβίωσης, αλλά και της Παιδοθεσίας από Ομόφυλα Ζευγάρια. Αυγή, 9 Φεβρουάριος.

Montero, D. (2014). Attitudes toward same-gender adoption and parenting: An analysis of surveys from 16 countries. Advances in Social Work, 15(2), 444-459.

Νόμος 4356/2015, Σύμφωνο συμβίωσης, άσκηση δικαιωμάτων, ποινικές και άλλες διατάξεις, Εφημερίς της Κυβερνήσεως της Ελληνικής Δημοκρατίας (ΦΕΚ 181/Α/24-12-2015). http://www.et.gr/api/DownloadFeksApi/?fek_pdf=20150100181

Νόμος 4538/2018, Μέτρα για την προώθηση των Θεσμών της Αναδοχής και Υιοθεσίας και άλλες διατάξεις, Εφημερίς της Κυβερνήσεως της Ελληνικής Δημοκρατίας (ΦΕΚ Α’ 85/16-05-2018).

http://www.et.gr/api/DownloadFeksApi/?fek_pdf=20180100085

Pachnakis, J. E. & Goldfried, M. R. (2013). Clinical issues in working with lesbian, gay, and bisexual clients. Psychology of Sexual Orientation and Gender Diversity, 1 (S), 45–58.

Pavlou, M. (2009). Homophobia in Greece: Love for equality. http://www.red-network.eu/resources/toolip/doc/2011/11/25/i-red_homophobia_in_greece2009–6.pdf.

Webb, S. N., & Chonody, J. (2013). Heterosexual Attitudes Toward Same-Sex Marriage: The Influence of Attitudes Toward Same-Sex Parenting. Journal of GLBT Family Studies, 10(4), 404–421. doi: https://doi.org/10.1080/1550428X.2013.832644.

 

Παραρτήματα

Παράρτημα 1: Παρέμβαση 55 ακαδημαϊκών για την αναδοχή και υιοθεσία από ομόφυλα ζευγάρια

 

Ως πανεπιστημιακοί της Ελλάδας και του εξωτερικού στον ευρύτερο χώρο της ψυχολογίας, επιθυμούμε να συνδράμουμε στη δημόσια συζήτηση που διεξάγεται σχετικά με την αναδοχή αλλά και την υιοθεσία από ομόφυλα ζευγάρια, με την παρακάτω τοποθέτηση, η οποία βασίζεται αυστηρά στην επιστημονική βιβλιογραφία και είναι σε συμφωνία με τις δημόσιες τοποθετήσεις της Αμερικανικής Ψυχολογικής Εταιρείας, της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρείας, της Αμερικανικής Ιατρικής Εταιρείας και της Αμερικανικής Ακαδημίας Παιδιατρικής (βλ. https://goo.gl/2yqcF2 ).

Η ανασκόπηση της σχετικής επιστημονικής βιβλιογραφίας καταλήγει στο ξεκάθαρο συμπέρασμα ότι ο σεξουαλικός προσανατολισμός των γονέων δεν έχει μετρήσιμες επιπτώσεις στην ποιότητα των σχέσεων γονέα-παιδιού, στην ψυχική υγεία των παιδιών ή στην κοινωνική τους προσαρμογή. Δεν έχουν βρεθεί διαφορές αναφορικά με κρίσιμους παράγοντες, όπως η αυτοεκτίμηση, το άγχος, η κατάθλιψη και τα προβλήματα συμπεριφοράς. Κατά συνέπεια, οι ισχυρισμοί ότι τα παιδιά ομοφυλόφιλων γονέων δεν αναπτύσσονται το ίδιο καλά σε σχέση με τα παιδιά ετεροφυλόφιλων γονέων, δεν βρίσκουν υποστήριξη στην επιστημονική ερευνητική βιβλιογραφία. Αντίθετα, τα επιστημονικά ευρήματα συμφωνούν στο ότι οι ομοφυλόφιλοι άνθρωποι είναι τόσο κατάλληλοι και ικανοί ως γονείς όσο είναι και οι ετεροφυλόφιλοι. Επιπρόσθετα, η εμπειρική έρευνα δεν υποστηρίζει την αντίληψη ότι η ανατροφή από ομοφυλόφιλο γονέα επηρεάζει την ανάπτυξη της ταυτότητας φύλου του παιδιού, ενώ δεν υπάρχουν εμπειρικά δεδομένα ότι η παρουσία τόσο του αντρικού όσο και του γυναικείου προτύπου στο σπίτι προάγει την προσαρμογή και ευεξία παιδιών και εφήβων. Εκατοντάδες μελέτες που διεξήχθησαν τις τελευταίες δεκαετίες, έχουν οδηγήσει σε συμφωνία σε ό,τι αφορά τους παράγοντες που σχετίζονται με την υγιή προσαρμογή των παιδιών και των εφήβων. Οι τρεις πιο σημαντικοί είναι: (1) η ποιότητα των σχέσεων γονέα-παιδιού, (2) η ποιότητα των σχέσεων των σημαντικών ενηλίκων στη ζωή του παιδιού ή του εφήβου (για παράδειγμα οι σχέσεις ανάμεσα στους γονείς) και (3) οι οικονομικοί και άλλοι πόροι που είναι στη διάθεση του παιδιού ή του εφήβου. Οι παράγοντες αυτοί φαίνεται να είναι οι ίδιοι ανεξάρτητα από τον σεξουαλικό προσανατολισμό των γονέων. (Bιβλιογραφία που υποστηρίζει τα παραπάνω συμπεράσματα βρίσκεται εδώ: https://goo.gl/YeyPxm ).

 

Την παρέμβαση συνυπογράφουν οι:

 

  1. Αυδή Ευρυνόμη, Αναπληρώτρια Καθηγήρια Κλινικής Ψυχολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
  2. Αθανασιάδου Χριστίνα, Επίκουρη Καθηγήτρια Συμβουλευτικής Ψυχολογίας, Αριστοστέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
  3. Αντωνίου Φαίη, Επίκουρη Καθηγήτρια Παιδαγωγικής των Ατόμων με Ειδικές Ανάγκες, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
  4. ΑποστολίδηςΘεμιστοκλής, Professeur de Psychologie sociale de la santé, Aix-Marseille Université, France
  5. Αρβανίτης Αλέξιος, Επίκουρος Καθηγητής Κοινωνικής Ψυχολογίας, Πανεπιστήμιο Κρήτης
  6. Βακόλα Μαρία, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Διοίκησης Ανθρωπίνου Δυναμικού, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών
  7. Βατάκη Αργυρώ, Επίκουρη Καθηγήτρια Γνωστικής Πειραματικής Ψυχολογίας, Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών
  8. Βλάχου Στυλιανή, Επίκουρη Καθηγήτρια Συμπεριφορικών Νευροεπιστημών, Πανεπιστήμιο του Δουβλίνου (DCU)
  9. Γαρδικιώτης Αντώνης, Αναπληρωτής Καθηγητής Κοινωνικής Ψυχολογίας και ΜΜΕ, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
  10. Γεωργάκα Ευγενία, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Κλινικής Ψυχολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
  11. Γιακουμάκη Στέλλα, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Κλινικής Νευροψυχολογίας, Πανεπιστήμιο Κρήτης
  12. Γιοβαζολιάς Θεόδωρος, Αναπληρωτής Καθηγητής Συμβουλευτικής Ψυχολογίας, Πανεπιστήμιο Κρήτης
  13. Διακογιώργη Κλεοπάτρα, Επίκουρη Καθηγήτρια Αναπτυξιακής Ψυχολογίας, Πανεπιστήμιο Πατρών
  14. Δραγώνα Θάλεια, Καθηγήτρια Κοινωνικής Ψυχολογίας, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
  15. Ζιώρη Ελένη, Επίκουρη Καθηγήτρια Γνωστικής Ψυχολογίας, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων
  16. Θεμελή Όλγα, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Εγκληματολογικής Ψυχολογίας, Πανεπιστήμιο Κρήτης
  17. Ιατρίδης Τηλέμαχος, Επίκουρος Καθηγητής Κοινωνικής Ψυχολογίας, Πανεπιστήμιο Κρήτης
  18. Κανελλοπούλου Λίσσυ, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια στις «Ψυχοδυναμικές Θεωρίες Προσωπικότητας», Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
  19. Καραγιαννοπούλου Ευαγγελία, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων
  20. Κατερέλος Ιωάννης, Καθηγητής Μεθοδολογίας Έρευνας στην Κοινωνική Ψυχολογία, Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών
  21. Κορδούτης Παναγιώτης, Καθηγητής Κοινωνικής Ψυχολογίας των Διαπροσωπικών Σχέσεων, Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών
  22. Κουνενού Καλλιόπη, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Συμβουλευτικής Ψυχολογίας, ΑΣΠΑΙΤΕ
  23. Κουρκούτας Ηλίας, Καθηγητής Ψυχολογίας – Ειδικής Αγωγής, Πανεπιστήμιο Κρήτης
  24. Κούτρα Αικατερίνη, Επίκουρη Καθηγήτρια Κλινικής Ψυχολογίας, Πανεπιστήμιο Κρήτης
  25. Κωνσταντίνου Νίκος, Γνωστικός Νευροεπιστήμονας, Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου
  26. Λυπουρλή Ελένη, Λέκτορας Γνωστικής Ψυχολογίας, Πανεπιστήμιο Αιγαίου
  27. Μαλικιώση-Λοΐζου Μαρία, Ομότιμη Καθηγήτρια Συμβουλευτικής Ψυχολογίας, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
  28. Μασούρα Ελβίρα, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Γνωστικής Ψυχολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
  29. Μποζατζής Νικόλαος, Επίκουρος Καθηγητής Κοινωνικής Ψυχολογίας, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων
  30. Νικολάου Ιωάννης, Αναπληρωτής Καθηγητής Οργανωσιακής Συμπεριφοράς, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών
  31. Μαντόγλου Σουλτάνα, Καθηγήτρια Κοινωνικής Ψυχολογίας, Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών
  32. Μιχαήλ Μαρία, Senior Researcher στην Ψυχολογία της Υγείας, Πανεπιστήμιο του Birmingham, Ηνωμένο Βασίλειο
  33. Μπάκα Αφροδίτη, Επίκουρη Καθηγήτρια Κοινωνικής Ψυχολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
  34. Ντάβου Μπετίνα, Καθηγήτρια Ψυχολογίας, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
  35. Ξανθοπούλου Δέσποινα, Επίκουρη Καθηγήτρια Οργανωσιακής Ψυχολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
  36. Οικονόμου Αλεξάνδρα, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Νευροψυχολογίας, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
  37. Οικονόμου Ηλίας, Επίκουρος Καθηγητής Γνωστικής Ψυχολογίας, Πανεπιστήμιο Κρήτης
  38. Παναγής Γεώργιος, Καθηγητής Βιοψυχολογίας, Πανεπιστήμιο Κρήτης
  39. Παπαδάτου-Παστού Μαριέττα, Λέκτορας Νευροψυχολογίας, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
  40. Παυλόπουλος Βασίλης, Αναπληρωτής Καθηγητής Διαπολιτισμικής Ψυχολογίας, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
  41. Πίνα Αφροδίτη, Senior Lecturer Εγκληματολογικής Ψυχολογίας, Πανεπιστήμιο του Kent, Ηνωμένο Βασίλειο
  42. ΣαρρήΜαργαρίτα, Associate Lecturer, Open University, ΗνωμένοΒασίλειο
  43. Σιδερίδης Γεώργιος, Αναπληρωτής Καθηγητής Παιδαγωγικής Ψυχολογίας, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
  44. ΣουκάκουΈλενα, Honorary Research Fellow, University of Roehampton, ΗνωμένοΒασίλειο
  45. ΣτάθηΣοφία, Senior Lecturer ΚοινωνικήςΨυχολογίας, University of Greenwich, ΗνωμένοΒασίλειο
  46. Στυλιανίδης Στέλιος, Καθηγητής Κοινωνικής Ψυχιατρικής, Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών
  47. ΤουλουμάκουΆννα, Associate Fellow, Scope Center, University of Oxford, ΗνωμένοΒασίλειο
  48. Τριλίβα Σοφία, Καθηγήτρια Κλινικής Ψυχολογίας, Πανεπιστήμιο Κρήτης
  49. Τσαμπαρλή Αναστασία, Καθηγήτρια Κλινικής Ψυχολογίας, Πανεπιστήμιο Αιγαίου
  50. ΤσακανίκοςΗλίας, Reader in Psychology, University of Roehampton, ΗνωμένοΒασίλειο
  51. Τσαούσης Ιωάννης, Αναπληρωτής Καθηγητής Ψυχομετρίας, Πανεπιστήμιο Κρήτης
  52. Φίγγου Ευαγγελία, Επίκουρη Καθηγήτρια Κοινωνικής Ψυχολογίας των Διομαδικών Σχέσεων, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
  53. Χαντζή Αλεξάνδρα, Καθηγήτρια Κοινωνικής Ψυχολογίας, Πάντειο Πανεπιστήμιο
  54. ΧουχουρέλουΑριέττα, University of Roehampton London Online, ΗνωμένοΒασίλειο
  55. Χρυσοχόου Ξένια, Καθηγήτρια Πολιτικής και Κοινωνικής Ψυχολογίας, Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών