Η ικανότητα δημιουργίας ασφαλών σχέσεων και δεσμών είναι συνήθως περιορισμένη σε παιδιά που είχαν τραυματικές εμπειρίες στο παρελθόν (Schore, 2009). Αυτή η βλάβη είναι συχνά σοβαρή και επίμονη. Είτε δεν υπάρχει πιθανότητα να δημιουργηθούν στοργικές σχέσεις, είτε δεσμοί που έχουν ήδη δημιουργηθεί, σπάνε για παρατεταμένη χρονική περίοδο και ίσως επανειλημμένα, με αποτέλεσμα τα άτομα αυτά να έχουν προδιάθεση για την ανάπτυξη ψυχικών διαταραχών (Bowlby, 1979).

Όταν ένα ανάδοχο παιδί εισέρχεται αρχικά στο σύστημα αναδοχής, ένας κρίσιμος σχεσιακός δεσμός-προσκόλληση έχει ήδη σπάσει  (Kungl, Gabler, Bovenschen, Lang, Zimmermann, & Spangler, 2019). Μέχρι να βρεθεί ένα μόνιμο και σταθερό σπίτι, το παιδί τοποθετείται σε ένα προσωρινό μέρος, που είναι σωματικά πιο ασφαλές. Η απομάκρυνσή του/της από το σπίτι του/της και η παροχή προσωρινής φροντίδας, μερικές φορές αποτελεί επείγουσα ανάγκη. Η επιστροφή ενός, πρόσφατα απομακρυνθέντος, ανάδοχου παιδιού στην αποκατεστημένη οικογένειά του ή η βοήθεια στην εύρεση ενός νέου, σταθερού σπιτιού εντός του έτους που απαιτείται από τη νομοθεσία, είναι η καλύτερη αποκατάσταση για το ανάδοχο παιδί. Σε πολλές περιπτώσεις στα πλαίσια της αναδοχής, το παιδί μπορεί να αλλάζει συχνά οικία και τελικά να καταλήξει χωρίς μόνιμο σπίτι. Αυτή η διαταραχή των προσκολλήσεων ή των δεσμών συνήθως εσωτερικεύεται στον ψυχισμό του, και μπορεί να οδηγήσει σε ψυχική διαταραχή στην παιδική ηλικία ή αργότερα στην ενήλικη ζωή (Bruce, Young, Turnbull, Rooksby, Chadwick, Oates, & Minnis, 2019).

Πολλά ανάδοχα παιδιά συνηθίζεται να διανύουν πέντε συναισθηματικά στάδια, καθώς αναμένουν από τις κοινωνικές υπηρεσίες την εύρεση ενός σταθερού περιβάλλοντος φροντίδας (Kenny & Kenny, 2014). Στην αρχή, το παιδί βιώνει το συναίσθημα της ελπίδας, καθώς προσδοκά ότι η οικογένεια που το επέλεξε είναι η κατάλληλη για το ίδιο. Καθώς η ελπίδα σβήνει, ο φόβος κυριαρχεί, προβληματίζεται σχετικά με το αν θα διαρκέσει αυτή η κατάσταση σταθερότητας, και βιώνει δυσφορία. Τον φόβο συνήθως ακολουθεί ο θυμός. Το παιδί αισθάνεται έντονη οργή για αυτό που του συμβαίνει και συχνά εκδηλώνει εκρήξεις θυμού, που μπορεί να περιλαμβάνουν σύρσιμο ποδιών, κλοπή, καταστροφή περιουσίας και εσκεμμένη αποτυχία στο σχολείο για να απογοητεύσει, σκόπιμα, τους ανάδοχους γονείς. Ο θυμός είναι πιθανό να εξελιχθεί σε θλίψη και το παιδί αρχίζει να εκδηλώνει καταθλιπτικά συμπτώματα. Μερικές φορές, η θλίψη μπορεί να αντικατασταθεί από την αδιαφορία, που χαρακτηρίζεται από μειωμένα επίπεδα αυτοφροντίδας και μια αίσθηση ματαιότητας. Τέλος, το παιδί ωθείται σε χαμηλά επίπεδα εμπιστοσύνης στις διαπροσωπικές σχέσεις, ή ακόμη και στην ολοκληρωτική απουσία εμπιστοσύνης, ενώ η προσκόλληση και το δέσιμο γίνονται αντιληπτά ως βλαβερά και επικίνδυνα.

Είναι σύνηθες ότι τα ανάδοχα παιδιά μπορεί να έχουν κακή προσωπική υγιεινή, υψηλά επίπεδα ανωριμότητας και ελλιπείς κοινωνικές δεξιότητες. Σε πολλές περιπτώσεις έχουν συγκρούσεις με πρόσωπα εξουσίας, γεγονός που τους οδηγεί σε αισθήματα αναξιότητας. Έχουν έντονες αντιδράσεις σε καταστάσεις άγχους, όπως σε περιπτώσεις που εκτεθούν σε πυρκαγιές, κακοποίηση ζώων κλπ. Συχνά έχουν αυτοκαταστροφικές τάσεις (ψέματα, κλοπές, φυγή, απόπειρες αυτοκτονίας, κ.λπ.), δυσκολία σύνδεσης με τους άλλους (παθητικότητα, αποσύνδεση, κ.λπ.), προβλήματα προσκόλλησης και αποχωρισμού, ψυχοσωματικά συμπτώματα (εφιάλτες, στομαχόπονοι κλπ), σωματικές και νοητικές αναπηρίες (Oswald, S. H., Heil, K., & Goldbeck, 2010).

Πολλοί άλλοι ερευνητές επισημαίνουν τις συνέπειες των πολλαπλών μετακινήσεων στα ανάδοχα παιδιά, και αναφέρουν παρόμοιες ψυχικές διαταραχές που προκαλούνται από διαταραγμένες προσκολλήσεις (Schuengel, Oosterman, & Sterkenburg, 2009). Μία από τις συνέπειες της έκθεσης των παιδιών σε πολλαπλές αλλαγές και σε μια σειρά από βραχυπρόθεσμες προσκολλήσεις, είναι η παρουσία της διαταραχής της αντιδραστικής προσκόλλησης (RAD), η οποία εκφράζεται μέσα από την αντίσταση στις σχέσεις (van Londen, Juffer, & van IJzendoorn, 2007). Αυτή η διαταραχή προκαλεί δυσκολίες στη σύνδεση με τους άλλους και στη διαχείριση των συναισθημάτων τους. Μπορεί να οδηγήσει σε έλλειψη εμπιστοσύνης, σε χαμηλά επίπεδα αυτοεκτίμησης, αυξημένα επίπεδα φόβου και στην ανάγκη να έχει τον έλεγχο. Ένα παιδί που έχει αυτή τη διαταραχή προσκόλλησης, σπάνια αναζητά παρηγοριά από τους άλλους και συχνά αισθάνεται ανασφάλεια και μοναξιά. Μπορεί να παρουσιάζει κοινωνική απόσυρση, συναισθηματική αποστασιοποίηση και αντίσταση.

Σύμφωνα με την Επιτροπή της Αμερικανικής Ακαδημίας Παιδιατρικής για την Πρώιμη Παιδική ηλικία, την Υιοθεσία και την Εξαρτημένη Φροντίδα (2000), χρειάζεται να σημειωθούν κάποια βασικά ζητήματα σχετικά με τη φροντίδα του ανάδοχου παιδιού. Πρώτα απ ‘όλα, οι βιολογικοί γονείς δεν είναι πάντα σε ετοιμότητα να φροντίζουν επαρκώς ένα παιδί. Τονίζεται επίσης ότι η υποστηρικτική ανατροφή των παιδιών από τους πρωταρχικούς φροντιστές, είναι κρίσιμη για την πρώιμη ανάπτυξη του εγκεφάλου καθώς και για τις σωματικές, συναισθηματικές και αναπτυξιακές ανάγκες των παιδιών. Επίσης τα παιδιά έχουν την ανάγκη της συνέχειας, της συνέπειας και της προβλεψιμότητας από τον φροντιστή τους. Η προσκόλληση και το αναπτυξιακό επίπεδο του παιδιού είναι σημαντικοί παράγοντες για την προσαρμογή του σε περιβαλλοντικά και ατομικά ερεθίσματα στρες που μπορεί να βιώνει.

Βιβλιογραφία

 

American Academy of Pediatrics (2000). Committee on early childhood, adoption, and dependent care.  “Developmental issues for young children in foster care,”  Pediatrics. 106(5), 1145-50.

Bowlby, J. (1979). The bowlby-ainsworth attachment theory. Behavioral and Brain Sciences2(4), 637-638.

Bruce, M., Young, D., Turnbull, S., Rooksby, M., Chadwick, G., Oates, C., … & Minnis, H. (2019). Reactive attachment disorder in maltreated young children in foster care. Attachment & Human Development21(2), 152-169.

Kenny, J., Kenny P. (2014). Attachment and Bonding in the Foster and Adopted Child.

Kungl, M. T., Gabler, S., Bovenschen, I., Lang, K., Zimmermann, J., & Spangler, G. (2019). Attachment, dependency, and attachment-related behaviors in foster children: A closer look at the nature of the foster child–caregiver relationship. Developmental Child Welfare1(2), 107-123.

Monique van Londen, W., Juffer, F., & van IJzendoorn, M. H. (2007). Attachment, cognitive, and motor development in adopted children: Short-term outcomes after international adoption. Journal of pediatric psychology32(10), 1249-1258.

Oswald, S. H., Heil, K., & Goldbeck, L. (2010). History of maltreatment and mental health problems in foster children: A review of the literature. Journal of pediatric psychology35(5), 462-472.

Schore, A. N. (2009). Relational trauma and the developing right brain: The neurobiology of broken attachment bonds. In Relational trauma in infancy (pp. 39-67). Routledge.

Schuengel, C., Oosterman, M., & Sterkenburg, P. S. (2009). Children with disrupted attachment histories: Interventions and psychophysiological indices of effects. Child and Adolescent Psychiatry and Mental Health3(1), 1-10.